Τι;Η παραδοσιακή διδασκαλία παραμένει το παιδαγωγικό στήριγμα πολλών παραδοσιακών τάξεων και πολλών παραδοσιακών εκπαιδευτικών. Πρόκειται για την παιδαγωγική της παράδοσης του μαθήματος και των αμετάβλητων γεγονότων, της εξουσίας και της αφήγησης, και των σωστών και λανθασμένων απαντήσεων – είναι δασκαλοκεντρική και επιβραβεύει τους εκπαιδευόμενους που κάθονται ακίνητοι και ακούν ήσυχα και με προσοχή, που δέχονται παθητικά τον εκπαιδευτικό ως γνώστη και εμπειρογνώμονα, ως την πηγή της γνώσης και ως τον κριτή αυτής. Οι μαθητές που πετυχαίνουν σε αυτό το περιβάλλον μαθαίνουν να απομνημονεύουν και να επαναλαμβάνουν τα «βασικά σημεία» του μαθήματος με μια γρήγορη επεξήγηση ή ερμηνεία, μιμούμενοι τα λόγια του εκπαιδευτικού. Οι μαθητές που δεν μπορούν να καθίσουν ακίνητοι ή αυτοί που διακόπτουν το μάθημα εξορίζονται σε μια γωνία ή και εντελώς από την αίθουσα – ίσως με πικρία ή ανακούφιση, ή με κάποιο σύνθετο συνδυασμό και των δύο – αυτοί οι μαθητές δεν ανήκουν στη διαδικασία της μάθηση ή στο διδακτικό περιβάλλον. Είναι αυτοί οι μαθητές που μπορούν να χαρακτηριστούν ως ελλειμματικοί ή αδιάφοροι – με αδυναμία συγκέντρωσης ή πιο συστηματικά να διαγνωστούν με μαθησιακές διαταραχές ή αναπηρίες. Η κοινωνικο-χωροθετική διάταξη των παραδοσιακών τάξεων είναι ένας μαυροπίνακας ή λευκός πίνακας στο μπροστινό μέρος της αίθουσας με τα παιδιά να κάθονται στα θρανία σε γραμμές κοιτάζοντας μπροστά. Οι Κalantzis και Cope περιγράφουν:
Το να είσαι παραδοσιακός εκπαιδευτικός σημαίνει να λες τα πράγματα απ’ έξω με σαφήνεια αλλά ίσως με λίγο πάρα πάνω κόπο, ή να παρουσιάζεις μια εικόνα του τι είναι αληθινό ή σωστό ή ηθικό, αλλά με έναν τρόπο που θα μπορούσε κατά καιρούς να φαίνεται δογματικός. Έτσι, ο δάσκαλος λέει και ο μαθητής ακούει. Η παραδοσιακή διδασκαλία δίνει έμφαση σε αυτό που λέει ο δάσκαλος και όχι στο τι κάνει ο μαθητής. Το δρων πρόσωπο είναι κατεξοχήν ο εκπαιδευτικός. Ο εκπαιδευτικός έχει τον έλεγχο της γνώσης. Η αποστολή του/της είναι να μεταδώσει αυτή τη γνώση στους μαθητές και οι μαθητές, όπως αναμένεται, θα πρέπει ευσυνείδητα να απορροφήσουν τις γνώσεις, που τους δίνει ο εκπαιδευτικός.
Η έννοια του παραδοσιακού εκπαιδευτικού και το διδακτικό ιδανικό του παθητικού και συμμορφούμενου μαθητή είναι αυτό που αναδεικνύεται σε ένα εικονογραφημένο βιβλίο προσχολικής εκπαίδευσης του David Milgrim το Cows Can’t Fly. Η ιστορία είναι για ένα μικρό αγόρι του οποίου η ζωγραφιά δύο αγελάδων που πετούν στον αέρα εμπνέει ένα κοπάδι αγελάδες να προσπαθήσουν να πετάξουν. Ο Milgrim δείχνει τον εκπαιδευτικό, την κα Crumb, να στέκεται δίπλα στο μαυροπίνακα της και να δείχνει με μια βέργα το μάθημα στον πίνακα. Γραμμένη με κιμωλία, με διπλό διάστημα και υπογραμμισμένη με κεφαλαία γράμματα είναι η λέξη ΒΑΡΥΤΗΤΑ με τρία μεγάλα βέλη που δείχνουν προς τα κάτω σε μια αγελάδα ζωγραφισμένη με κιμωλία. Η λέξη Β Α Ρ Υ Τ Η Τ Α κυριαρχεί στον πίνακα.
Δίπλα από την ζωγραφισμένη με κιμωλία αγελάδα είναι η ετικέτα «τεράστιο αντικείμενο» με ένα βέλος προς τα πλάγια που δείχνει την αγελάδα. Ο συνδυασμός των στοιχείων σε αυτή τη γραφική απεικόνιση στον πίνακα δεν αφήνει περιθώριο αμφιβολίας στον αναγνώστη ως προς την άποψη της δασκάλας. Μια ισχυρή αίσθηση της διδακτικής εξουσίας επιτυγχάνεται με τον τρόπο με τον οποίο η κα Crumb, η βέργα και ο μαυροπίνακας της κυριαρχούν στη σύνθεση, σχεδόν καλύπτοντας τη σελίδα του βιβλίου.
Τα παιδιά απεικονίζονται σα μία σειρά κεφαλιών στο κάτω μέρος της σελίδας που κοιτάζουν ψηλά στη δασκάλα τους,, όπως πρέπει να κάνουν τα μικρά παιδιά του κόσμου με τους ενήλικες εκπαιδευτικούς τους. Η δασκάλα του Milgrim δεν αποδέχεται την ιδέα ότι οι αγελάδες μπορούν να πετάξουν. Φαίνεται στη ζωγραφιά να εξετάζει τα νύχια της και να κάνει γκριμάτσες, δείχνοντας τον πίνακα με τη βέργα της. Το κείμενο μας λέει «η κα Crumb είπε ότι οι αγελάδες ήταν πάρα πολύ παχές, ότι τα γεγονότα είναι γεγονότα και αυτό ήταν». Ωστόσο, ο Milgrim υπονομεύει εντελώς την βεβαιότητα της εκπαιδευτικού και την αίσθηση της διδακτικής εξουσίας της με μια ζωγραφισμένη μικρή ιπτάμενη αγελάδα που φαίνεται μέσα από το παράθυρο πίσω της. Η εικόνα αιχμαλωτίζει με ουσιαστικό τρόπο την περιφρόνηση με την οποία η διδακτική εξουσία αντιμετωπίζει ιδέες που δεν συνάδουν με το βιβλίο ή τον κανόνα. Η κυρίαρχη μορφή της δασκάλας και του μαυροπίνακά της είναι πέρα από οποιαδήποτε αμφισβήτηση από το υποταγμένο παιδί που κάθεται. Αυτή η εικόνα απεικονίζει με υπερβολικό τρόπο την καρικατούρα του παραδοσιακού εκπαιδευτικού.
Γιατί;Η παραδοσιακή διδασκαλία δε συνάδει στην πραγματικότητα με την παιδαγωγική της Μάθησης μέσω Σχεδιασμού. Η τελευταία προτείνει μια σειρά παιδαγωγικών μεθόδων – τις γνωστικές διαδικασίες – για την εκμάθηση γεγονότων, εννοιών και θεωριών – παιδαγωγικές που προωθούν πιο ενεργητική μάθηση και δίνουν μεγαλύτερη δυνατότητα στο μαθητή να είναι δρών πρόσωπο.